- κοτσάνα
- bourde
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
κοτσάνα — η 1. μεγάλο κοτσάνι 2. βλακώδης λόγος, ανοησία 3. μεγάλο, χοντρό ψέμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοτσάνι + μεγεθ. κατάλ. α (πρβλ. κεφάλ α, κοτρών α)] … Dictionary of Greek
κοτσάνα — η (μτφ.), κουταμάρα, λάθος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)